Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

Ζούμε ή απλώς επιβιώνουμε;

Η καθημερινότητα σφίγγει. Οι άνθρωποι σκύβουν το κεφάλι και προχωρούν, όχι γιατί θέλουν αλλά γιατί πρέπει. Τα χαμόγελα λιγοστεύουν. Οι λέξεις βαραίνουν. Και μέσα σ’ αυτό το τοπίο γεννιούνται σκέψεις, σκέψεις που δεν είναι μόνο δικές μου αλλά ανήκουν σε όλους όσοι ακόμη προβληματίζονται, όσοι παρατηρούν και νιώθουν.

Προβληματίζομαι όλο και πιο συχνά για το σήμερα και το αύριο της κοινωνίας μας. Τι παραδίδουμε στην επόμενη γενιά; Οι πιέσεις της καθημερινότητας εντείνονται με τρόπο ασφυκτικό, σαν να έχουμε πάψει να ζούμε και απλώς υπάρχουμε για να εργαζόμαστε. Τα αυθόρμητα, αληθινά χαμόγελα των παιδικών μου χρόνων έχουν αντικατασταθεί από βλέμματα κουρασμένα, γεμάτα άγχος και αδιόρατη παραίτηση.

Η νεολαία μοιάζει εγκλωβισμένη σε μια αόρατη μέγγενη. Σε χωριά και μικρές κοινωνίες οι δυνατότητες για ουσιαστική απασχόληση και δημιουργία είναι περιορισμένες. Μετά το σχολείο, οι επιλογές είναι λιγοστές. Ένας φίλος, ένα παγκάκι, μια μικρή πλατεία και φυσικά το κινητό τηλέφωνο. Τα προαύλια παραμένουν κλειδωμένα, τα γήπεδα απρόσιτα. Αντί η κοινωνία να ανοίγει χώρους για συμμετοχή και δημιουργία υψώνει φράγματα.

Οι γονείς αγωνίζονται καθημερινά για να μη λείψει τίποτα από το σπίτι αλλά τα χρήματα συχνά δεν φτάνουν. Και τότε επανέρχεται η παλιά ρήση: «Όπου φτώχεια και γκρίνια». Η φτώχεια σήμερα δεν είναι μόνο οικονομική, είναι και φτώχεια χρόνου, σχέσης, ψυχικής ανάτασης, ορίζοντα.

Έχω προσωπική εμπειρία από το πώς λειτουργεί η κοινωνία σε ζητήματα κοινοτικής δράσης, αλληλεγγύης και εθελοντισμού. Έχω οργανώσει και συμμετάσχει σε πολλές εθελοντικές δράσεις όπως πρόσφατα όταν στείλαμε ανθρωπιστική βοήθεια στους πυρόπληκτους της Αχαΐας. Το συμπέρασμά μου; Στην καλύτερη περίπτωση διαπιστώνω στασιμότητα. Την πραγματική βοήθεια την προσφέρουν σχεδόν πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι. Το λέω αυτό με επίγνωση διότι ζω σε μια μικρή κοινότητα όπου γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα μοναξιάς, δυσπιστίας και ανασφάλειας, ανθίζουν οι πιο επικίνδυνες σκιές. Στο κενό που αφήνει η απουσία ελπίδας ριζώνει ο φόβος. Και πολλές φορές, μέσα από την απόγνωση, γεννιούνται τα άκρα. Όχι από ιδεολογική πίστη αλλά ως καταφύγιο θυμού και σύγχυσης. Υποσχέσεις για «τάξη», «τιμωρία», «κάθαρση» αντικαθιστούν τις πραγματικές απαντήσεις που η δημοκρατία αδυνατεί να προσφέρει έγκαιρα και πειστικά.

Η απάντηση δεν βρίσκεται στο μίσος, αλλά στη συμμετοχή. Όχι στη σύγκρουση, αλλά στη συνεργασία. Χρειαζόμαστε ξανά χώρους, όχι μόνο φυσικούς αλλά και νοητικούς για να σταθούμε δίπλα ο ένας στον άλλον. Να ξαναχτίσουμε κοινότητες, πλατείες, εμπιστοσύνη. Να επαναφέρουμε τη συνοχή σε έναν κόσμο που σπάει σε κομμάτια.

Το πραγματικό ερώτημα που σιγοβράζει μέσα μας είναι απλό αλλά κρίσιμο:

Ζούμε ή απλώς επιβιώνουμε;

Αν θέλουμε να ζήσουμε πραγματικά, εμείς και τα παιδιά μας, πρέπει να αναλάβουμε δράση. Να ξαναμιλήσουμε για όσα μας ενώνουν, να δημιουργήσουμε ενεργούς χώρους συμμετοχής, να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον. Η κοινωνία δεν θα αλλάξει από μόνη της∙ χρειάζεται εμάς, τώρα.

Καργιώτης Ν.